Σάββατο 1 Ιουνίου 2013

Σκιές




Η ιστορία επαναλαμβανόταν ίδια εδώ και δύο χρόνια. Ο ηλικιωμένος άντρας κάθε μέρα περιφερόταν στη μικρή  πόλη και μόλις βράδιαζε κατευθυνόταν προς τον εγκαταλελειμμένο σταθμό σέρνοντας μαζί του ένα μεγάλο χαρτόκουτο και μια πλαστική σακούλα.
       Το ίδιο έγινε και τούτη τη νύχτα που προβλεπόταν βροχερή, καθώς από το απόγευμα είχαν φανεί στον ορίζοντα βαριά μαύρα σύννεφα. Απόθεσε το χαρτόκουτο σε μια απόμερη γωνιά του σταθμού, έστρωσε πάνω μια φθαρμένη κουβέρτα που έβγαλε από τη σακούλα και κάθισε. Έπειτα έβγαλε από την τσέπη του μια κορνίζα με τη φωτογραφία μιας  όμορφης κοπέλας. Την χάιδεψε, την φίλησε και την ακούμπησε σε ένα πεζούλι δίπλα του. Μετά άναψε ένα κερί και το τοποθέτησε δίπλα της. Έκανε και απόψε όπως κάθε βράδυ το καθιερωμένο μνημόσυνο. Κοιτούσε την φωτογραφία, της μιλούσε και μουρμούριζε κάτι σαν νανούρισμα. 
     Η φυσιογνωμία του ήταν πλέον γνωστή στη μικρή πόλη. Δεν ζητιάνευε, αλλά επειδή όλοι ήξεραν το δράμα του, όλο και κάτι τον φίλευαν. 
     Όταν τον είχαν πρωτοδεί στην πόλη τους ήταν ένας καλοντυμένος κύριος που είχε έρθει για να αναγνωρίσει το πτώμα μιας κοπέλας, που είχε βρεθεί ένα κρύο βράδυ στο σταθμό πριν από δύο χρόνια, με μία σύριγγα στο χέρι. Την αναγνώρισε...ήταν η μοναχοκόρη του.
       Ζήτησε να του δείξουν το σημείο που την βρήκαν. Του έδειξαν...
    Από τότε το μυαλό του σάλεψε, η καρδιά του ράγισε και έμεινε εκεί να της κρατάει συντροφιά...
   Ο χαροκαμένος πατέρας είχε αποκοιμηθεί από ώρα, όταν μπήκε στο σταθμό τρικλίζοντας ένας νεαρός άντρας για να προφυλαχτεί από τη βροχή. Αμέσως είδε τον γέρο στη γωνιά... ίσως έχει χρήματα πάνω του, σκέφτηκε...Ο πειρασμός ήταν μεγάλος... τα χρειαζόταν αυτά τα χρήματα για την αυριανή δόση του.
      Πλησίασε...σήκωσε το οπλισμένο χέρι του για να κτυπήσει τον γέρο και τότε το βλέμμα του έπεσε στη φωτογραφία δίπλα στο κερί που  ήταν αναμμένο ακόμη.
      Την αναγνώρισε...ήταν κάποτε το κορίτσι του, που το είδε να σβήνει στην αγκαλιά του. Η ματιά του ημέρεψε. Πήρε με τρεμάμενα χέρια τη φωτογραφία και την φίλησε. Την ξανάβαλε στη θέση της και έφυγε τρέχοντας.
        Τον κατάπιε η νύχτα...


Με την ιστορία αυτή έλαβα μέρος στο  10ο "παιχνίδι των πέντε λέξεων" που διοργανώνει κάθε φορά το blog TEXNIS STORIES της Φλώρας.

Όλες οι συμμετοχές ήταν καταπληκτικές!!!

 Σε όσους αρέσει το διάβασμα αξίζει να περάσετε από το blog της  και να τις διαβάσετε.

Οι πέντε λέξεις που έπρεπε να περιέχει οπωσδήποτε η ιστορία μας ήταν:

σταθμός, ορίζοντας, κερί, πειρασμός φυσιογνωμία


Ευχαριστώ όλους όσους  έδειξαν την προτίμησή τους στην ιστορία μου κατά την βαθμολόγηση.
Επίσης θέλω να σας δείξω κάτι που χθες έλαβα με το ταχυδρομείο και με έκανε πολύ χαρούμενη.
Είναι αυτή η όμορφη μπαλαρίνα που δραπέτευσε από τις neraidodimiourgies και χορεύοντας ακολούθησε τα μονοπάτια της φαντασίας και βρέθηκε στο δικό μου blog.






Ξέρω ζηλεύετε λιγάκι που ήμουν εγώ η τυχερή του διαγωνισμού, γιατί πραγματικά η μπαλαρίνα που είναι κρεμάστρα είναι καταπληκτική, αν και λίγο ντροπαλή γιατί όσες φωτογραφίες και αν της έβγαλα δεν κατάφερα να αποτυπώσω την ομορφιά της.
Είχε μαζί της και μία καρδούλα με πολύ ωραίες ευχές!
Χριστινάκι σε ευχαριστώ πολύ!!!
Να είστε όλοι καλά!
Καλό μήνα και καλό καλοκαίρι(αν και σήμερα εδώ στην πόλη μου βρέχει)
Φιλάκια!