Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2025

Η Φωνή της Σιωπής (μέρος 4ο) "Μια ιδέα - Μια έμπνευση #4"





4. Ενδοσκόπηση

 Ο Τζέιμς κλεισμένος στο δωμάτιο "21" είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου. Μια μέρα είχε περάσει από τη στιγμή που πήρε την απόφαση να μείνει για πάντα εκεί ή μήπως μια ώρα;

Δεν ήξερε πόσο καιρό βρισκόταν εκεί. Δεν υπήρχε ήχος, ούτε χρόνος. Μόνο εικόνες που έπλαθε το μυαλό του και γρίφοι. Είχε παραισθήσεις.

Ξαφνικά ο τοίχος του δωματίου ραγίζει και ανοίγει. Μπροστά του παρουσιάζεται ένας μαύρος διάδρομος. Μια πινακίδα φωτεινή τον προειδοποιεί.

"Αν θες να βγεις, πρέπει πρώτα να μπεις στον εαυτό σου".

"Μα δεν θέλω να βγω. Αποφάσισα να μείνω για πάντα εδώ. Δεν αξίζει να ζω, έκανα τόσο κακό με την σιωπή μου", ούρλιαξε.

Τότε ένιωσε δίπλα του το μικρό αγόρι να του πιάνει το χέρι και να του λέει:

"Κάντο για μένα". Ο μικρός του εαυτός τον κοιτά παρακλητικά. Τα μάτια του δείχνουν φόβο μα και μια αποφασιστικότητα για να πνίξει αυτόν το φόβο.

Μηχανικά ο Τζέιμς προχωρά. Στους τοίχους βλέπει να προβάλλεται η ζωή του μέσα από τις παιδικές ζωγραφιές του και από σκηνές της παιδικής ηλικίας. Βλέπει τον εαυτό του  στο σχολείο του, πιο κει να παίζει με τους φίλους του, στις κούνιες με την μητέρα του, να παίζει μπάλα με τον πατέρα του... Ώσπου φτάνει στο τέρμα του διαδρόμου. Εκεί βλέπει ένα καθρέφτη.




Μια σκέψη έρχεται στο μυαλό του που την υπαγορεύει άλλος. "Μην σπάσεις τον καθρέφτη. Σπάσε αυτόν που τον κοιτάζει".

Το είδωλό του στον καθρέφτη τον κοιτάζει σαρκαστικά, με ένα ψεύτικο χαμόγελο και αρχίζει να του μιλά.

"Εγώ είμαι αυτό που έθαψες. Αυτό που δεν είχες το θάρρος να αντιμετωπίσεις. Αν με νικήσεις, ίσως και να βγεις. Αν φοβηθείς θα μείνεις εδώ, μαζί μου, για πάντα".

Ο Τζέιμς ένιωσε και πάλι το μικρό αγόρι δίπλα του και κατάλαβε πως έπρεπε να συνεχίσει, ήταν ένα σημάδι να αρχίσει να βλέπει όλα εκείνα που είχε θάψει μέσα του και για κάποιο λόγο ήρθε και πάλι στο νου του η φωνή της Εύας που του έλεγε:

"Σε έκλεισαν εδώ γιατί θυμώσουν. Δεν ήθελαν να θυμάσαι. Τώρα όμως πρέπει να θυμηθείς".

Ο Τζέιμς κοίταξε γύρω του. Μπροστά του ήταν μια πόρτα χωρίς  κλειδαριά. Πάνω της ήταν κολλημένο ένα σημείωμα.

"Μόνο το τραγούδι της μνήμης μπορεί να την ανοίξει. Αλλά πρέπει να  θυμηθείς ακριβώς τα λόγια. Δεν επιτρέπεται ούτε ένα λάθος".

Έπρεπε να ξεκινήσει πάλι από την αρχή να θυμηθεί αυτά που τον έκαναν ευτυχισμένο μικρό για να μπορέσει να προχωρήσει και να αντιμετωπίσει αυτά που του σημάδεψαν και του μαύρισαν τη ζωή.

Ο Τζέιμς θυμάται την μητέρα του να του τραγουδά ένα τραγουδάκι όταν ήταν μικρός που του άρεσε πολύ. Ήταν όμως στα ελληνικά, γιατί η καταγωγή της ήταν από Ελλάδα, ενώ ο πατέρας του ήταν Άγγλος. Είχε να μιλήσει ελληνικά εδώ και δέκα χρόνια από τότε δηλαδή που έφυγαν από τη ζωή ο παππούς και η γιαγιά που τον μεγάλωσαν.

Πρώτα θυμήθηκε τον ρυθμό  και μετά σκόρπια λόγια. Έλεγε για έναν κακό βασιλιά που κλείδωνε στη σπηλιά στο κάστρο τα μικρά παιδιά (πόσο σημαδιακό τραγούδι αλήθεια). Δεν μπορούσε όμως να θυμηθεί την αρχή, αλλά ήταν σίγουρος πως στο τέλος έλεγε πως τον κακό τον βασιλιά τον κλείδωνε στη σπηλιά στο κάστρο, ο ήλιος.  Όσο και αν προσπαθούσε δεν μπορούσε να το θυμηθεί. 

Η αγωνία του έφερε ταχυπαλμία. Σταγόνες ιδρώτα εμφανίστηκαν στο μέτωπό του. Έκλεισε τα μάτια του πεισματικά και σαν σε όραμα είδε την μητέρα του να του χαμογελά και να τον εμψυχώνει. 

Τραγούδα μαζί μου Τζέιμς: 

Ένας ήλιος με γυαλιά, με γυαλιά

πορτοκαλιά και καπέλο άσπρο

Βγαίνει λίγο για να δει βλέπει

ένα μικρό παιδί στο παλιό το κάστρο

Βγαίνει ο ήλιος για να δει και του λέει 

το παιδί στο παλιό το κάστρο

Έχουμε ένα βασιλιά, μας κλειδώνει

στη σπηλιά στο παλιό το κάστρο.

Παίρνει ο ήλιος το παιδί και του

δίνει ένα φιλί κι ένα ρόδο άσπρο.

Παίρνει και το βασιλιά τον κλειδώνει

στη σπηλιά στο παλιό το κάστρο.





Όταν είπε και τον τελευταίο στίχο η πόρτα άνοιξε διάπλατα και μπήκε σ' ένα άλλο δωμάτιο που ήταν γεμάτο με ανθρώπους. Όλοι ήταν ίδιοι μ' εκείνον. Δεκάδες Τζέιμς που τον κοιτούσαν. Ήταν τρομακτικό.

Κάθε ένας από αυτούς του έλεγε  και κάτι διαφορετικό.

-Δεν έφταιγες εσύ για ότι έγινε, του έλεγε ο ένας.

-Ήθελες να πεθάνει γιατί την ζήλευες, του έλεγε ο άλλος.

-Κρύφτηκες για να σωθείς, του έλεγε ένας τρίτος.

-Ήσουν ένα μικρό δεκάχρονο παιδί, λογικό να φοβηθείς.

-Χάρηκες που πέθανε...

-Όχι, προσπάθησες να την σώσεις, άκουσε κάποιον άλλο να λέει.

-Την αγαπούσες...

-Δεν ήθελες να πεθάνει...

Έπιασε το κεφάλι του. Σίγουρα θα τον τρέλαιναν όλοι αυτοί. Μια φωνή μέσα του, του έλεγε:

"Αν δεν βρεις ποιος είσαι, θα μείνεις ένας από αυτούς".

Ο Τζέιμς έπρεπε να διαλέξει. Ποιος από όλους ήταν όμως ο αληθινός εαυτός του; Δεν μπορούσε να καταλάβει. Φοβόταν πως δεν θα κατάφερνε να βρει τον αληθινό. Κοίταξε γύρω του. Όλοι εξακολουθούσαν να του μιλούν. Άλλοι να τον δικαιολογούν και άλλοι να τον κατακρίνουν. Μόνο ένας δεν μιλούσε. Έστεκε ήσυχος με βλέμμα γεμάτο ενοχή. "Αυτός είμαι", σκέφτηκε και τον άγγιξε. Όλοι οι άλλοι εξαφανίστηκαν αμέσως.

Τότε άλλη μια πόρτα άνοιξε. Το μικρό παιδί ήταν εκεί. Τώρα φαινόταν πιο δυνατό. Δεν έκλαιγε, δεν φοβόταν, του έπιασε το χέρι με αυτοπεποίθηση, του χαμογέλασε και του είπε:

"Η έξοδος υπάρχει. Είσαι σίγουρος πως θέλεις να βγεις;"

Ο Τζέιμς το κοίταξε και του είπε με σιγουριά:

"Ναι μικρέ μου εαυτέ τώρα είμαι έτοιμος, είμαι δυνατός, μείνε μαζί μου, μην κρύβεσαι άλλο πια".

Και η πόρτα άνοιξε.

................................................................................................

Ο Τζέιμς ξύπνησε στη ΜΕΘ κάποιου νοσοκομείου. Μια νοσοκόμα τον πλησίασε και του είπε: "Ήσασταν σε κώμα δύο εβδομάδες. Σας βρήκαν στο ερημωμένο ψυχιατρείο".

Αρχίζει να τα θυμάται όλα και ξέρει πως εκείνο το παιδί μέσα του έχει πάψει να φοβάται πια.

Την άλλη μέρα τον μετέφεραν σε κανονικό θάλαμο. Το βράδυ στην τηλεόραση του θαλάμου άκουσε στο δελτίο ειδήσεων πως σε λίγες ημέρες θα άρχιζε η δίκη του περιβόητου παιδεραστή.

 "Ό 54τετράχρονος άνδρας, έλεγε η παρουσιάστρια, κατηγορείται για σωρεία βιασμών μικρών παιδιών και για τον θάνατο δύο εξ αυτών, ενώ ερευνάται  μήπως ευθύνεται και για άλλες περιπτώσεις που πιθανότατα έχουν γίνει στο παρελθόν".

Ανατρίχιασε καθώς είδε στην οθόνη τον δολοφόνο της μικρής Εύας.

Το μικρό παιδί μέσα του φώναξε:

"Αυτή τη φορά δεν θα φοβηθώ Εύα. Θα είμαι εκεί για να ακουστεί και η δική σου τραγική ιστορία αδερφούλα μου".

Τέλος


Αφορμή για τούτο το διήγημα ήταν η συμμετοχή μου στο δρώμενο του Γιάννη Μια ιδέα-μια έμπνευση #4

Γιάννη σ' ευχαριστώ για την όμορφη ιδέα που έριξες στο τραπέζι.



Υ.Γ. Το ανάρτησα σε συνέχειες, γιατί το καλοκαιράκι συνεχίζεται και που καιρός για πολύωρη ανάγνωση, σας καταλαβαίνω.

Υ.Γ. Όλες οι εικόνες είναι από το διαδίκτυο και ανήκουν στους δημιουργούς τους, όπως και το τραγούδι "Ένας ήλιος με γυαλιά" που το έχει γράψει ο Χριστόδουλος Χάλαρης και ο Γιάννης Λογοθέτης και το τραγουδά η Δήμητρα Γαλάνη.

Φιλάκια πολλά!