Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2023

Το Φουντωτό έλατο

 



Το "φουντωτό έλατο" είναι ένα παραμύθι που περιλαμβάνεται  στο 

συλλογικό βιβλίο " Μικρά και Χριστουγεννιάτικα" των εκδόσεων 

"Αλάτι".

 Τελικά είναι πολύ όμορφο να βλέπω ένα από τα παραμύθια μου τυπωμένο

και να φαντάζομαι πως κάποια παιδικά ματάκια το διαβάζουν.



Καλές γιορτές φίλοι μου!



Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2023

Ένα αλλιώτικο Χριστουγεννιάτικο δέντρο

 



-Άλυ κοίτα τι σου έφερα, φώναξε ο Αρκούδος στη γυναίκα του. Ένα έλατο, το βρήκα στο δάσος σπασμένο από το βάρος του χιονιού. Τι λες το στολίζουμε για τα Χριστούγεννα;
-Ωραία ιδέα, αλλά που θα βρούμε στολίδια;
-Αυτό αφήστε το σε μένα, τους είπε ένας Κόκκινος Καρδινάλιος  που πετάχτηκε μέσα από τα κλαδιά. Βλέπετε πριν σπάσει το έλατο εκεί είχε τη φωλιά του.
Πέταξε  γρήγορα μακριά και σε λίγο γύρισε με ένα σμήνος πουλιών. Κοκκινολαίμηδες, πέρδικες, γαρδέλια, αηδόνια ήρθαν και κάθισαν στα κλαδάκια και το έλατο γέμισε όχι μόνο με χρώματα από τα φτερά των πουλιών, αλλά και με ήχους.
Ο Κόκκινος Καρδινάλιος κάνοντας τον μαέστρο προσπάθησε να συντονίσει τα τιτιβίσματα των πουλιών και η Άλυ έτρεξε να τους φέρει σποράκια.
Σε λίγο όλα μαζί τραγουδούσαν: "Ω έλατο, ω έλατο, μ' αρέσεις, πως μ΄ αρέσεις..."
Εκείνη τη στιγμή τρία αγουροξυπνημένα αρκουδάκια έκαναν την εμφάνισή τους. Είδαν το στολισμένο έλατο δίπλα στο αναμμένο τζάκι και δεν πίστευαν τα μάτια τους.
-Μαμά, μπαμπά ήρθαν τα Χριστούγεννα;
-Ναι μωρά μου! Ελάτε να πλυθείτε και να φάτε το μέλι σας.
Αφού έφαγαν τα αρκουδάκια φώλιασαν στην αγκαλιά των γονιών τους και απόλαυσαν τα πουλιά που τώρα κελαηδούσαν  το "Χριστός γεννάται σήμερον..."

Υ.Γ Η μικρή αυτή ιστορία των 200 λέξεων η οποία βασίστηκε στην παραπάνω εικόνα γράφτηκε μετά από πρόσκληση της συντονίστριας της αλατοπαρέας (ομάδας του εργαστηρίου συγγραφής των εκδόσεων αλάτι). Εδώ μπορείτε να διαβάσετε τις υπόλοιπες ιστορίες της παρέας.

Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2023

Το πέταγμα των γλάρων

 


Η Άννα έπινε το καφεδάκι της στην αυλή του πατρικού της σπιτιού μαζί με τους γονείς της.

Μια μελαγχολία την είχε κυριεύσει. Κοίταξε γύρω της. Η θάλασσα αργοσάλευε λίγα μέτρα μπροστά τους, χαϊδεύοντας τα μικρά βραχάκια της ακτής.  Τα γλαροπούλια και οι πελεκάνοι ήταν τα μόνα που απολάμβαναν τη δροσιά της τούτη την εποχή. Είχε φθινοπωριάσει για τα καλά.

-Ξέρω τι σκέφτεσαι, της είπε ο πατέρας της, όμως θα έπρεπε να είσαι χαρούμενη. Πέρασες στη σχολή που ήθελες και από αύριο σαν φοιτήτρια πλέον θα αρχίσεις να υλοποιείς τα όνειρά σου.

-Είμαι χαρούμενη πατέρα , αλλά θα μου λείψει τούτη η θάλασσα, θα μου λείψετε εσύ και μαμά και περισσότερο εσύ που σε λίγες μέρες θα μπαρκάρεις ξανά και θα κάνουμε χρόνο να σε δούμε.

-Αννούλα μου τους βλέπεις εκεί τους δυο πελεκάνους, πως έχει απλώσει ο ένας την φτερούγα του σαν να προστατεύει τον άλλο, έτσι σε είχαμε και εμείς ως τώρα. Όμως ό,τι ήταν να σου δώσουμε εμείς το έχεις ήδη στο μυαλό και στην καρδιά σου. Γνώσεις, ιδανικά και απέραντη αγάπη. Τώρα ήρθε η ώρα να πετάξεις, να σαν τους γλάρους. Να ανοίξεις τα φτερά σου και να κατακτήσεις τα όνειρά σου. Και να θυμάσαι  πως τούτη εδώ η γωνιά θα είναι η φωλιά σου, το καταφύγιό σου και πως εδώ  μια ζεστή αγκαλιά θα σε περιμένει. Πήγαινε λοιπόν να ετοιμαστείς και να θυμάσαι αυτό που λέγαμε πάντα:

-Ξέρω, ξέρω...

"Δώσε σ' αυτούς που αγαπάς φτερά για να πετάξουν

Ρίζες για να επιστρέψουν

και λόγους για να μείνουν", είπε η Άννα.

-Μην το ξεχάσεις ποτέ αυτό. Μην  ξεχάσεις την αγκαλιά που θα σε περιμένει εδώ όταν θα αισθανθείς μια τέτοια ανάγκη. Μου το υπόσχεσαι;

-Ναι μπαμπά μου, του είπε και δίνοντάς τους από ένα φιλί έτρεξε για να ετοιμάσει την βαλίτσα της για το αυριανό ταξίδι.

                                                                  ...

Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε σ' ένα επιπλωμένο δυαράκι που ήταν κοντά στη σχολή της. Πήγε στη σχολή ενθουσιασμένη, είδε το πρόγραμμά της και άρχισε να παρακολουθεί τα μαθήματα. Από τις πρώτες μέρες προσπάθησε να πιάσει φιλίες, καθώς δεν γνώριζε κανέναν. Βλέπεις κανένα άλλο παιδί από το νησί της δεν είχε περάσει στη δική της σχολή. Οι προσπάθειες της απέβαιναν άκαρπες και οι κουβέντες της έμεναν πάντα στις καλημέρες και σε λίγα λόγια για τα μαθήματα. Όταν μάλιστα άκουσε έναν φοιτητή να λέει στην παρέα του "Κοιτάξτε ένα μπάζο που περνάει δίπλα μας" και να γελούν όλοι, τότε εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια για φιλίες.

Η αλήθεια είναι πως τον τελευταίο χρόνο είχε πάρει αρκετά κιλά, γιατί με το διάβασμα δεν της έμενε χρόνος για άθληση. Έτσι μετά από αυτό κλείστηκε στο καβούκι της. Μόνο στη σχολή πήγαινε και μετά σπίτι. Παρηγοριά της το διάβασμα. Στην πρώτη εξεταστική αρίστευσε και μερικά παιδιά άρχισαν να την πλησιάζουν μόνο και μόνο για να αντιγράφουν απ' αυτήν. Έστω και έτσι της άρεσε.

Κάποια μέρα την πλησίασε μια συμφοιτήτριά της και την κάλεσε σ' ένα πάρτι που θα έκανε στο σπίτι της. Δέχτηκε να πάει, ίσως σκέφτηκε είχε έρθει η ώρα να ενταχτεί και αυτή στις παρέες τους .

Όταν έφτασε στο σπίτι της κοπέλας, το πάρτι είχε αρχίσει για τα καλά, η μουσική ήταν στη διαπασών, καπνοί από τσιγάρα αιωρούνταν στην ατμόσφαιρα, το ποτό έρρεε άφθονο και μερικοί ήταν ήδη μεθυσμένοι.

Ήταν έτοιμη να φύγει όταν την πλησίασε η συμφοιτήτρια της με δυο ποτά στο χέρι. Της πρότεινε το ένα. Ήπιε μια γουλιά και ένιωσε το αλκοόλ να της καίει τα σωθικά. Έκανε να το αφήσει σ' ένα τραπεζάκι δίπλα, αλλά η "φίλη" της, της είπε:

-Έλα μην είσαι ξενέρωτη, λίγο ποτό θα σου φτιάξει την διάθεση. Πήρε πάλι το ποτήρι και έπινε σιγά σιγά, όμως σε λίγο της το ξαναγέμισε ένα αγόρι.

-Στην υγειά σου, της είπε, άσπρο πάτο. Το ήπιε σχεδόν μονορούφι για να μην φανεί ξενέρωτη στα μάτια του. Το μόνο που θυμόταν μετά ήταν το σαρδόνιο χαμόγελό του, έκτοτε δεν θυμόταν τίποτα.

Όταν συνήλθε είχε ξημερώσει. Βρισκόταν ακόμη στο σπίτι της συμφοιτήτριας της σχεδόν ημίγυμνη. Κοίταξε γύρω της. Ένα κορίτσι και ένα αγόρι κοιμόντουσαν ακόμη πάνω σ' έναν καναπέ και παντού υπήρχαν αποτσίγαρα και άδεια μπουκάλια. Κανένας άλλος δεν ήταν εκεί. Όπως όπως ντύθηκε, πήρε ταξί και πήγε σπίτι της. Αφού πλύθηκε, έφτιαξε καφέ και προσπάθησε να θυμηθεί τι είχε συμβεί το προηγούμενο βράδυ. Μάταιος κόπος, δεν θυμόταν τίποτα.

Η απορία της δεν άργησε να λυθεί όταν την άλλη μέρα πηγαίνοντας στη σχολή είδε τους συμφοιτητές της να είναι μαζεμένοι παρέες παρέες, να κοιτάζουν κάτι στα κινητά τους και να χασκογελάνε.

-Τι βλέπετε; ρώτησε ένα κορίτσι.

-Εσένα, της απάντησε αυτή γελώντας. Περίμενε στο στέλνω να το δεις και συ.

Αυτό που είδε θα την στοιχειώνει μια ζωή. Είδε τον εαυτό της να χορεύει τρεκλίζοντας, οι γύρω της να της φωνάζουν κάνε "στριπ τιζ" και αυτή να αρχίσει να βγάζει τα ρούχα της και να τα πετάει ένα ένα στο πάτωμα. Όταν έμεινε με τα εσώρουχα δύο νεαροί όρμησαν πάνω της ποιος θα την πρωτοβιάσει, Το έκαναν και οι δυο. Τα πρόσωπά τους δεν φαίνονταν μόνο η πλάτη τους, το δικό της όμως φαινόταν ολοκάθαρα. 

Μετά από αυτό λιποθύμησε και ξύπνησε στο νοσοκομείο. Από το νοσοκομείο βγήκε με μια αγωγή αντικαταθλιπτικών χαπιών. Δεν άργησε να εθιστεί σ' αυτά και να αναζητά όλο και κάτι πιο δυνατό για να ξεχνάει λίγο τους εφιάλτες της. Ώσπου μπήκε στα σκληρά  ναρκωτικά και ο κόσμος της έγινε ακόμα πιο εφιαλτικός.

Στη σχολή δεν ξαναπάτησε. Το μόνο που την ένοιαζε τώρα ήταν  η δόση της. Ό,τι χρήματα της έστελναν οι δικοί της πήγαιναν για τα ναρκωτικά. Άρχισε να χρωστάει ενοίκια. Στους γονείς της δεν τόλμησε να πει κάτι, ντρεπόταν, ντρεπόταν πολύ δεν ήθελε να τους ποτίσει τέτοια πίκρα, δεν θα μπορούσε να τους κοιτάξει στα μάτια και μόνο που το σκεφτόταν ανέβαζε πυρετό. Από το τηλέφωνο τους έλεγε πως περνούσε καλά.

Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού της ζητούσε επιτακτικά τα ενοίκια και την προειδοποίησε πως θα της έκανε έξωση. Έτσι ένα βράδυ μάζεψε τα ρούχα της σε μια βαλίτσα και τα βιβλία της σ' ένα χαρτόκουτο και εγκατέλειψε το δυαράκι. Στον ιδιοκτήτη έγραψε ένα γράμμα, πως κάποια στιγμή θα του πλήρωνε τα ενοίκια, έβαλε μέσα και το τελευταίο της πενηντάρικο και  το πέταξε κάτω από την πόρτα του.

Την κατάπιε η νύχτα. Απάγκιασε στην είσοδο ενός εγκαταλελειμμένου κτιρίου. Κατά τις πρωινές ώρες την πήρε ο ύπνος, όταν ξύπνησε η βαλίτσα της είχε κάνει φτερά και τα βιβλία της ήταν σκορπισμένα γύρω από το σκισμένο χαρτόκουτο. Τα μάζεψε και τα πέταξε στον κάδο ανακύκλωσης που ήταν εκεί κοντά. Καλύτερα έτσι σκέφτηκε. 

Άρχισε να συχνάζει σε στέκια ναρκομανών και να κοιμάται σε εγκαταλελειμμένα κτίρια. Υποσιτιζόταν με αποτέλεσμα να έχει μείνει η μισή.

                                                                      ...

Οι γονείς της κάποια στιγμή έπαψαν να έχουν νέα της. Βλέπεται μέσα σ' όλα τα άλλα της έκλεψαν και το κινητό. Ανήσυχοι, ο πατέρας διέκοψε το μπάρκο και μαζί με τη μητέρα της ήρθαν στην Αθήνα να δουν τι συμβαίνει.

Πρώτα πήγαν στο σπίτι που της είχαν νοικιάσει και εκεί ο ιδιοκτήτης τους πληροφόρησε πως η κόρη τους το είχε εγκαταλείψει  αφήνοντας του απλήρωτα ενοίκια. Ανήσυχοι πλέον έτρεξαν στη σχολή της και εκεί έμαθαν πως είχε να πατήσει το πόδι της μήνες. Κρίμα τους είπαν γιατί ήταν άριστη.

Άρχισαν να δείχνουν την φωτογραφία της σε φοιτητές μήπως κάποιος ήξερε κάτι. Όλοι έριχναν μια ματιά και απαντούσαν αρνητικά. Απογοητευμένοι κίνησαν να φύγουν. Τότε τους πλησίασε μια φοιτήτρια και τους είπε: "Καταλαβαίνω την αγωνία σας, δεν ξέρω που μπορείτε να βρείτε την κόρη σας, όμως ψάξτε να την βρείτε πριν είναι αργά. Δεν θέλω να σας πικράνω όμως πρέπει να μάθετε, ίσως αυτό σας βοηθήσει να καταλάβετε γιατί η Άννα εξαφανίστηκε. Τους διηγήθηκε ότι αφού της έριξαν κάτι στο ποτό της σ' εκείνο το μοιραίο πάρτι, έγιναν ακατανόμαστα πράγματα και τους έδειξε το βίντεο. Η μητέρα ξέσπασε σε λυγμούς. 

Με όση δύναμη είχαν πήγαν στην αστυνομία. Εκεί τους καθησύχασαν πως με κάποιο φίλο θα ήταν και δεν ασχολήθηκαν και πολύ. Κηρύχτηκε αγνοούμενη και  κράτησαν μερικές φωτογραφίες της. Ως και σε τηλεοπτική εκπομπή πήγαν για να την αναζητήσουν. Οι έρευνες άκαρπες. Βλέπετε οι φωτογραφίες που είχαν έδειχναν την Άννα σαν ένα κορίτσι γεμάτο ζωντάνια, με λίγο παραπάνω κιλά, χαμογελαστό και με σπινθηροβόλο βλέμμα. Πως να αναγνωρίσουν αυτή την Άννα στο τωρινό κορίτσι με τα μισά κιλά, το ατημέλητο με το θολό βλέμμα. Απογοητευμένοι γύρισαν στο νησί να πάρουν δυνάμεις για να συνεχίσουν την αναζήτηση.

                                                                       ...

Μια μέρα η Άννα μέσα στα σκοτάδια της πεθύμησε να δει την θάλασσα, έτσι πήρε τον ηλεκτρικό και κατέβηκε Πειραιά. Μπήκε στο λιμάνι και κάθισε σ' ένα παγκάκι. Στη θωριά της θάλασσας γαλήνεψε η ψυχή της. 

Πάνω της πετούσαν γλάροι. Παρακολουθούσε τα φτερουγίσματά τους και τις βουτιές τους στο νερό. Χαμογέλασε.  Τότε κάτι  φτερούγισε και στη δική της την καρδιά. Ήρθε στο νου της το σλόγκαν τους "Δώσε σ' αυτούς που αγαπάς φτερά για να πετάξουν και ρίζες για να επιστρέψουν..." . Πως μπόρεσα να ξεχάσω την υπόσχεση που έδωσα στον πατέρα μου;

Χωρίς δεύτερη σκέψη, μήπως το μετάνιωνε την τελευταία στιγμή, έβγαλε εισιτήριο και με το πρώτο καράβι ταξίδεψε για το νησί της. Έφτασε στο πατρικό της αργά το απόγευμα. Έκανε να ανοίξει την αυλόπορτα, αλλά οι εφιάλτες της την ξανακυρίευσαν. Ο φόβος και η ντροπή την παρέλυσαν. Σωριάστηκε εκεί αγκαλιάζοντας την αυλόπορτα.

Η μητέρα της την είδε από το παράθυρο.

-Αριστείδη τρέξε ήρθε το παιδί, τρέξε σου λέω. Πετάχτηκαν και οι δυο έξω, έφτασαν στην Άννα με μια δρασκελιά, την σήκωσαν και την έκλεισαν στην αγκαλιά τους. Για αρκετά λεπτά έμειναν σφιχταγκαλιασμένοι χωρίς να λένε τίποτα. Μόνο από τα μάτια τους έτρεχαν ποτάμι τα δάκρυα.

-Έλα παιδί μου, είπε κάποια στιγμή ο πατέρας, πάμε μέσα.

Τότε η Άννα σήκωσε το χέρι της και έδειξε τα γλαροπούλια.

-Αυτά τα πουλιά με έκαναν να θυμηθώ την υπόσχεση που σου είχα δώσει πατέρα εδώ σε τούτη την αυλή μια μέρα πριν φύγω. Πως άφησα τον φόβο να με κάνει να την ξεχάσω; Θα με συγχωρέσετε ποτέ;

-Καλώς ήρθες καρδούλα μου στη φωλιά σου και στην αγκαλιά μας και πάλι. Από δω θα ξαναγεννηθείς και θα κάνεις ένα νέο ξεκίνημα.

Υ.Γ. Η Άννα μετά από ένα χρόνο ξαναγύρισε στη σχολή, πήρε το πτυχίο της με άριστα και σήμερα έχει δικό της δικηγορικό γραφείο κάπου στην Αθήνα υπερασπιζόμενη μεταξύ άλλων και γυναίκες με παρόμοιες ιστορίες με την δική της.

Υ.Γ. Το παρόν κείμενο ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας μου και ουδεμία σχέση έχει με πραγματικά πρόσωπα ή γεγονότα.

                                                                     ...

Αυτή ήταν η συμμετοχή μου στο δρώμενο της Μαίρης Στείλε μήνυμα . Την ιστορία αυτή την εμπνεύστηκα από την εικόνα με τους πελεκάνους. Είναι μία από τις εικόνες που μας έδωσε η Μαίρη για να γράψουμε μια ιστορία, στέλνοντας μέσω αυτής κάποια μηνύματα. 







Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2023

Οκτώβριος




Η παρέλαση ξεκίνησε! Μπροστά πήγαινε ο σημαιοφόρος καμαρωτός. Ήταν όμορφος, ψηλός. Τα μακριά καστανά μαλλιά του ανέμιζαν  στους ώμους του.  Μα ποιος είναι; 

Δεξιά και αριστερά του δύο λιλά χρυσάνθεμα και για τιμητική φρουρά τρία κατακόκκινα.

Πιο πίσω οι μουσικοί καρύδια, κάστανα,  λίγα σταφύλια κρατούσαν τον ρυθμό.

Μετά ερχόταν μία διμοιρία από χρυσοκίτρινα πλατανόφυλλα που στροβιλίζονταν στο απαλό αεράκι σαν να χόρευαν, ακολουθούσαν τα μικρά καφετιά φυλλαράκια της ακακίας, και τα κατακίτρινα της λεύκας.

Τα πρασινοκίτρινα της μουριάς στο τσακ πρόλαβαν να παραταχθούν και να παρελάσουν. Μα ποιος είναι ο όμορφος σημαιοφόρος, θα τρελαθώ αν δεν μάθω.

Κίτρινα κυδώνια και ροδαλά ρόδια έκλειναν την παρέλαση. 

Κρακ! ακούστηκε ένας ήχος. Ένα ρόδι άνοιξε  και γέμισε ρουμπίνια  ο δρόμος.

Κρακ! και ξύπνησα. Μα ποιος ήταν ο όμορφος σημαιοφόρος;

Άνοιξα τα μάτια μου και απέναντι μου είδα το ημερολόγιο. Έδειχνε 1η Οκτωβρίου!

                           


Παρασκευή 11 Αυγούστου 2023

Το νυσταγμένο φεγγαράκι

 



Μια φορά κι ένα καιρό το φεγγάρι νύσταξε και αποφάσισε να κοιμηθεί. Κοίταξε γύρω του για να βρει κάποιο σύννεφο να γείρει πάνω του, αλλά ο ουρανός δεν είχε καθόλου σύννεφα. Ήταν καλοκαίρι βλέπετε.

Κοίταξε κάτω χαμηλά να βρει μια γωνίτσα πάνω στη γη, αλλά δεν έβλεπε κάτι που πάνω του θα μπορούσε να ξαπλώσει.

Τα κρινάκια της θάλασσας από χαμηλά είδαν τα χασμουρητά του και τα νυσταγμένα του ματάκια και του φώναξαν:

-Ε! φεγγαράκι έλα ξάπλωσε πάνω μας. Θα σου φτιάξουμε απαλό στρώμα.

-Ευχαριστώ καλά μου κρινάκια, αλλά φοβάμαι μη σας κάψω με το φως μου.

-Μην φοβάσαι εμείς είμαστε συνηθισμένα, φυτρώνουμε μέσα στην καυτή άμμο και  το φως του καλοκαιριάτικου ήλιου  μας καίει όλη μέρα. Έλα…

Τελικά πείστηκε, πήγε και ξάπλωσε πάνω στα κρινάκια της θάλασσας που του είχαν φτιάξει με τα άσπρα λουλούδια τους ένα απαλό στρώμα. Μερικά ξάπλωσαν δίπλα του και του χάιδευαν το κεφαλάκι ως να το πάρει ο ύπνος.

Μερικά νυχτολούλουδα που ήταν εκεί κοντά, φυτρωμένα στην αυλή ενός σπιτιού, ακούμπησαν απαλά πάνω στο φεγγάρι και έγιναν το σεντονάκι του.

Οι νυχτοπεταλούδες παρακινημένες από το φως του φεγγαριού πετούσαν γύρω του και δεν άφηναν κανέναν να πλησιάσει, μην τυχόν και το ξυπνήσουν.  Ως και η θάλασσα που ήταν σιμά τους με τα κυματάκια της του τραγούδησε το πιο γλυκό νανούρισμα.

Το φεγγάρι όταν ήρθε η αυγή και ξύπνησε δεν μπορούσε να καταλάβει αν όλα αυτά τα έζησε ή τα είχε ονειρευτεί.



Αυτό το μικρό παραμυθάκι γράφτηκε για την Αλατοπρόσκληση με θέμα το φεγγάρι που νύσταξε και αποφάσισε να κοιμηθεί.

Εδώ θα βρείτε και άλλα παραμυθάκια με το ίδιο θέμα από τα μέλη της αλατοπαρέας.

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2023

Ένας αλλιώτικος χαρταετός

 

Καθαρή Δευτέρα! Δεκάδες χαρταετοί πετούσαν στον καταγάλανο ουρανό. Χοροπηδούσαν, γελούσαν, έκαναν τρελές τούμπες και χαίρονταν με τα γέλια των παιδιών που κρατούσαν τον σπάγκο τους. "Αφήστε καλούμπα" φώναζαν στα παιδιά, να πάμε ψηλά!!!


Ένας χαρταετός όμως δεν συμμετείχε σε τούτο το γλέντι. Καθόταν εκεί πιο ψηλά από τους άλλους και καμάρωνε τα χρώματά του και το μέγεθός του, η αλήθεια είναι πως ήταν ο πιο μεγάλος. Οι άλλοι χαρταετοί του φώναζαν να παίξει μαζί τους, αλλά εκείνος έλεγε από μέσα του "σιγά μην παίξω με εσάς τους παρακατιανούς".


Εσύ χάνεις του έλεγαν οι άλλοι χαρταετοί.  Σήμερα είναι η ημέρα μας, πρέπει να χαρείς την ελευθερία του πετάγματος, γιατί αύριο τα παιδιά θα γυρίσουν  πάλι στα διαβάσματά τους και θα μας κλείσουν σε κάποια αποθήκη και θα περιμένουμε έναν ολόκληρο χρόνο να ξαναπετάξουμε.
Εκείνος δεν άκουγε, ζούσε στον κόσμο του, ένιωθε ανώτερος. Σιγά μην κάνω τις τρέλες που κάνετε εσείς σκεφτόταν. Εγώ δεν θέλω να χαλάσω την φορεσιά μου!

 


Κατά το μεσημέρι  ο αέρας δυνάμωσε και τα πρώτα γκρίζα σύννεφα φάνηκαν στον ουρανό.
-Αδέλφια μάλλον θα βρέξει, φώναξε ένας χαρταετός.
-Ευτυχώς τα παιδιά το κατάλαβαν και άρχισαν να μαζεύουν τον σπάγκο μας, είπε ένας άλλος.
Σιγά σιγά όλοι οι χαρταετοί άρχισαν να κατεβαίνουν.
Μόνο ο μοναχικός χαρταετός αντιστεκόταν και δεν κατέβαινε, όσο και αν το παιδάκι που τον κρατούσε προσπαθούσε να μαζέψει τον σπάγκο του.
-Τι κάνεις; του φώναζαν οι άλλοι, σε λίγο θα βρέξει και θα καταστραφείς... κατέβα...
-Η δική μου η φορεσιά είναι αδιάβροχη τους απαντούσε, δεν είμαι σαν και εσάς, εγώ δεν φοβάμαι τίποτα.

 


Όσο και να προσπαθούσε το παιδί να τον κατεβάσει δεν μπορούσε. Εκείνος αντιστεκόταν, ώσπου ένας δυνατός αέρας του έκοψε τον σπάγκο και άρχισε να τον παρασύρει μακριά.
Στην αρχή το διασκέδαζε.
Καλύτερα έτσι σκεφτόταν τώρα θα δω  καινούργια πράγματα. Πέρασε πάνω από την μεγάλη πόλη και άρχισε να πηγαίνει προς την εξοχή.
Οι πρώτες σταγόνες της βροχής τον πέτυχαν όταν περνούσε πάνω από ένα ποτάμι. Δεν έδωσε σημασία, αλλά όταν η βροχή δυνάμωσε άρχισε να φοβάται. Ο αέρας είχε δυναμώσει και άλλο. Ο χαρταετός άρχισε να χάνει ύψος, γιατί η ουρά του είχε βαρύνει από την βροχή.

 


Τελικά έπεσε πάνω σε ένα δέντρο και η φορεσιά του σκίστηκε. Ένα άλλο φύσημα του αέρα τον ελευθέρωσε από το δέντρο και τον έριξε μέσα στα λασπόνερα στην αυλή ενός αγροτόσπιτου.
Έμεινε όλη την νύκτα εκεί να κλαίει για το χάλι του.
Το πρωί τον βρήκε ένα οκτάχρονο κοριτσάκι και φώναξε στον αδερφό της που ήταν λίγο μεγαλύτερος.
-Τι θέλαμε χθες και η μαμά δεν μπορούσε να μας τον φτιάξει, γιατί δεν θυμόταν πως μας τον έφτιαχνε ο μπαμπάς πριν πάει στον ουρανό;
-Έναν χαρταετό, απάντησε το αγόρι.
-Νάτος, ο μπαμπάς μας τον έστειλε, από εκεί ψηλά.
-Μα αυτός είναι κατεστραμμένος.
Άκουσε τα λόγια τους η μαμά τους και πλησίασε να δει τι είχαν βρει τα παιδιά.
-Ο σκελετός του είναι γερός, θα τον ξαναφτιάξουμε, είπε η μαμά όταν είδε το εύρημα των παιδιών.  Κάπου έχω μια εφημερίδα, θα φτιάξω και αλευρόκολλα και σε λίγη ώρα θα είναι έτοιμος.

 



Στο άκουσμα όλων αυτών ο χαρταετός ανατρίχιασε.
-Για ποιον με περάσατε, εγώ δεν θέλω μια τέτοια φορεσιά... άκου εφημερίδα... όσοι με δουν θα με κοροϊδεύουν.


Η εφημερίδα κολλήθηκε πάνω στο σκελετό του χαρταετού και τα παιδιά ενθουσιάστηκαν.
-Μαμά έφερα μερικά λουλούδια από την αμυγδαλιά μας να τα κολλήσουμε γύρω γύρω σαν στεφάνι, είπε το κοριτσάκι.
-Να πάρε και αυτούς τους δυο πανσέδες και βάλτους για μάτια και αυτό το μακρόστενο φυλλαράκι για μύτη, είπε το αγόρι.
-Πάω να φέρω και λίγες κατακόκκινες ανεμώνες για στόμα.
Σε λίγο όλα ήταν έτοιμα!
-Πρέπει να του φτιάξουμε και ουρά, είπε η μαμά τους, πάω να φέρω μερικά χρωματιστά κουρελάκια.
-Κουρελάκια; που ξέπεσα φώναζε ο χαρταετός. Δεν πρόκειται να πετάξω εγώ με αυτά τα χάλια.


Τα παιδιά κάθισαν και καμάρωσαν λίγο τον χαρταετό τους και μετά πήγαν να τον πετάξουν ψηλά.
Ο χαρταετός όμως δεν έλεγε να πετάξει. Αντιστεκόταν. Ντρεπόταν για την φορεσιά του.
Πρώτη προσπάθεια, δεύτερη προσπάθεια και τα παιδιά σκέφτηκαν πως κάτι δεν είχαν φτιάξει σωστά.
-Ας κάνουμε άλλη μία προσπάθεια είπε η μητέρα και τότε ένα αεράκι σήκωσε ψηλά τον χαρταετό.
Τα παιδιά ζητωκραύγαζαν χαρούμενα, ενώ ο χαρταετός σκεφτόταν πως ευτυχώς που δεν ήταν άλλοι χαρταετοί εκεί γύρω να δουν το χάλι του.

 


Όπως στεκόταν εκεί ψηλά, πέρασαν πέντε έξι σπουργίτια δίπλα του και τα άκουσε να λένε πως δεν είχαν δει ξανά ωραιότερο χαρταετό.
-Ορίστε μας ειρωνεύονται και τα σπουργίτια τώρα, σκέφτηκε.
Μετά από λίγο ένα περιστέρι του είπε το ίδιο, καθώς και μερικά χελιδόνια που μόλις είχαν έρθει από το μακρινό ταξίδι τους.


-Λες να είναι αλήθεια, σκέφτηκε ο χαρταετός, να είμαι πράγματι ωραίος και να μην με ειρωνεύονται;
Όταν μάλιστα μετά από λίγο ένας κοκκινολαίμης του είπε πως είχε το ωραιότερο χαμόγελο κατάλαβε πως ήταν πραγματικά ωραίος και άρχισε να χαίρεται το πέταγμά του και να κουνάει την ουρά του χαιρετώντας τα παιδιά που έπαιζαν χαρούμενα μαζί του.

-Τελικά είχαν δίκιο χθες οι χαρταετοί που μου έλεγαν να παίξω μαζί τους και να χαρώ το πέταγμα, σκέφτηκε ο χαρταετός, σήμερα καταλαβαίνω πως η ευτυχία είναι στα απλά πράγματα και όλο χαρά έκανε βόλτες δεξιά και αριστερά πάνω και κάτω.



Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2023

Ετήσιος απολογισμός ευγνωμοσύνης

(δικτυακό δρώμενο)


Το  2022 είναι πια παρελθόν.  Ευκαιρία για  ετήσιο απολογισμό. Ηθικός αυτουργός τούτου του απολογισμού  η Μαρίνα που μας προέτρεψε να κάνουμε αυτόν τον απολογισμό γράφοντας μία λέξη που χαρακτήρισε τον κάθε μήνα ξεχωριστά και να την αιτιολογήσουμε. Επίσης να γράψουμε και κάτι για το οποίο είμαστε ευγνώμονες για τον κάθε μήνα. 
Η χρονιά που πέρασε σε γενικό επίπεδο είχε πανδημία, πόλεμο στη γειτονιά μας, γυναικοκτονίες, αποτρόπαια εγκλήματα, παιδική κακοποίηση, ακρίβεια και άλλα δυσάρεστα.

Σε προσωπικό επίπεδο  πάλι δεν ήταν καλύτερη. Ήταν μία χρονιά που είχε αγωνία στα επίπεδα του πανικού. Όσο για τη χαρά αρκέστηκε να μπαίνει μόνο από μικρές χαραμάδες.

Είμαστε ακόμα ζωντανοί...όσο ακούμε το χειροκρότημα...




Η λέξη που χαρακτήρισε τον Ιανουάριο είναι: Ανθρωπιά

Γιατί: Η χρονιά αυτή γενικά χαρακτηρίστηκε από σοβαρά προβλήματα υγείας του συζύγου που κληρονομήθηκαν από την προηγούμενη, οπότε οι επισκέψεις στο νοσοκομείο συχνές.  Βρέθηκα λοιπόν σε κάποια αίθουσα αναμονής νοσοκομείου και είδα το νοσηλευτικό προσωπικό να φροντίζουν με προθυμία έναν άστεγο που ήταν σε άθλια κατάσταση (τον έκαναν μπάνιο, του βρήκαν ζεστά και καθαρά ρούχα, τον τάισαν και τον οδήγησαν στον γιατρό για τα περαιτέρω).

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Ιανουάριο είναι: ότι αυτό το περιστατικό μου ζέστανε την καρδιά.






Η λέξη που χαρακτήρισε τον Φεβρουάριο: Αμυγδαλιά

Γιατί: όταν βλέπω  αυτό το δέντρο ανθισμένο μέσα στο καταχείμωνο μου ανεβάζει την ψυχολογία. Όπως αυτό το δέντρο μέσα στον χιονιά ανθίζει, σκέφτομαι ότι μπορώ να τα καταφέρω και εγώ στα δύσκολα.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Φεβρουάριο είναι: ότι η αισιοδοξία  δεν με εγκατέλειψε.





Η λέξη που χαρακτήρισε τον Μάρτιο είναι: Έξοδα

Γιατί: Η ΔΕΗ έφαγε σχεδόν όλο το μισθό, ελλείψει κεντρικής θέρμανσης (η πολυκατοικία έχει να βάλει πετρέλαιο από το 2010) τα air cοndition  δούλευαν στο φουλ.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Μάρτιο είναι: Ότι καταφέραμε να ανταπεξέλθουμε οικονομικά.


Η λέξη που χαρακτήρισε τον Απρίλιο είναι: Επέμβαση

Γιατί: Ήταν μια χρονιά που τα νοσοκομεία δεν μας έλειψαν και μέσα σε όλα αυτά αφαίρεσα τη χολή.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Απρίλιο είναι: ότι η επιστήμη έχει κάνει άλματα σε όλους τους τομείς και έτσι την μία μέρα έκανα την επέμβαση και την άλλη ήμουν στο σπίτι υγιής. 



Η λέξη που χαρακτήρισε το Μάιο είναι: Δώρα

Γιατί: Πήρα δωράκια, ψήγματα χαράς. Είναι ο μήνας που έχω τα γενέθλια μου, την γιορτή μου και επέτειο γάμου.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Μάιο είναι: ότι μετά από 40 χρόνια γάμου είμαστε μαζί δεμένοι με μια αγάπη ανεξάντλητη.



Η λέξη που χαρακτήρισε τον Ιούνιο είναι: Ιόνιο (πέλαγος)

Γιατί: Το έβλεπα κάθε πρωί αυτόν το μήνα. Έβλεπα την ανατολή του ήλιου να χρυσίζει τα νερά του.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Ιούνιο είναι: ότι μπορούσα να δροσίζομαι στα νερά του Ιονίου και  περπατούσα  δίπλα στο κύμα του. Καθάριζε για λίγο το μυαλό μου από τα προβλήματα.

 


Η λέξη που χαρακτήρισε τον Ιούλιο είναι: Νοσοκομείο

Γιατί: τον μισό μήνα τον πέρασα στο νοσοκομείο. Ο σύζυγος έκανε σοβαρή εγχείρηση.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Ιούλιο είναι: ότι όλα πήγαν καλά.



Η λέξη που χαρακτήρισε τον Αύγουστο είναι: Δύναμη

Γιατί: Τα σοβαρά προβλήματα υγείας του συζύγου δοκίμασαν τις αντοχές μου και αυτόν το μήνα.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Αύγουστο είναι: Ότι με την βοήθεια του Θεού και των παιδιών μου  κατάφερα να ανταπεξέλθω σ' όλη αυτή τη δοκιμασία.

 


Η λέξη που χαρακτήρισε τον Σεπτέμβριο είναι: Διακοπές

Γιατί: Γιατί ναι, παρά τις δυσκολίες καταφέραμε και πήγαμε ολιγοήμερες διακοπές, για να ανέβει λίγο το ηθικό μας και η ψυχολογία μας.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Σεπτέμβριο είναι: ότι συνεχίζω να βλέπω, παρά τα δύσκολα, την θετική πλευρά της ζωής.



Η λέξη που χαρακτήρισε τον Οκτώβριο είναι: Συνάντηση 

Γιατί: Συνάντησα  διαδικτυακές φίλες. Ευκαιρία γι' αυτό η παρουσίαση του  βιβλίου της Μαρίας Κανελλάκη " Στα παπούτσια των άλλων" που έγινε στον Πύργο! 

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Οκτώβριο είναι: ότι το διαδίκτυο μου έδωσε την δυνατότητα να γνωρίσω αξιόλογους ανθρώπους. Όλους εσάς!




Η λέξη που χαρακτήρισε τον Νοέμβριο είναι: Αγωνία 

Γιατί: Είμαι σε αναμονή ιατρικών εξετάσεων του συζύγου.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Νοέμβριο είναι: ότι τουλάχιστον η ομάδα των γιατρών που τον παρακολουθούν είναι άριστη.



Η λέξη που χαρακτήρισε τον Δεκέμβριο είναι: Αναμονή

Γιατί: Περιμένω τα παιδιά (τον γιο μου με τη γυναίκα του) να έρθουν από τις Βρυξέλες που ζουν.

Ένα πράγμα για το οποίο ένιωσα ευγνωμοσύνη τον Δεκέμβριο είναι: ότι όλη η οικογένεια μαζεμένη,  παιδιά και εγγόνια, γιορτάσαμε όμορφα τα Χριστούγεννα.



Αυτή ήταν η χρονιά που πέρασε με τα καλά της και τα άσχημά της.

Τα άσχημα ήταν περισσότερα από τα καλά, γιατί το πολυτιμότερο αγαθό που είναι η υγεία, μας γύρισε την πλάτη, ωστόσο προσπαθώ να στηρίζω τους γύρω μου ψυχικά και σωματικά. 

Οπότε το μόνο πράγμα που εύχομαι για το 2023 είναι να έχουμε την ΥΓΕΙΑ μας!

Υ.Γ. Το θετικό είναι ότι με τις αναμονές και τα ξενύχτια καταφέρα να διαβάσω περίπου πενήντα βιβλία μέσα στο 2022.

υ.γ. οι εικόνες είναι όλες από το διαδίκτυο και ανήκουν στους δημιουργούς τους.