Την αρχή του παραμυθιού θα την βρείτε εδώ
Το δεύτερο μέρος εδώ
Το τρίτο μέρος εδώ
«Άφησα την θάλασσα, συνέχισε το Καλοκαίρι, και
ανηφόρισα προς ένα βουνό κατάφυτο από
ψηλά δέντρα. Το απαλό αεράκι που
φυσούσε σκορπούσε γύρω μου μυρωδιές από Πεύκα, Μυρτιές και αγριολούλουδα, ενώ στα
αυτιά μου έφταναν τιτιβίσματα πουλιών. Πιο κάτω στην χαράδρα έκαναν θόρυβο τα νερά ενός ποταμού καθώς κατρακυλούσαν πάνω
σε βραχάκια και μεγάλες πέτρες. Ήταν μια ειδυλλιακή ατμόσφαιρα.
Τα Δέντρα σκέφτηκα θα με υποδεχτούν με χαρά, όμως τον
χαιρετισμό μου ελάχιστα από αυτά τον ανταπέδωσαν, ενώ τα περισσότερα άρχισαν
κάτι να σιγομουρμουρίζουν μεταξύ τους.
Τι συμβαίνει τα ρώτησα, δεν χαίρεστε που με βλέπετε; Όλοι λένε πως είμαι η καλύτερη εποχή».
«Για μας καλό και χρυσό είσαι και χαιρόμαστε όταν
έρχεσαι, όμως οι άνθρωποι μας βγάζουν ξινή τη χαρά μας», είπε μια Βελανιδιά.
«Γιατί τι συμβαίνει;» τα ρώτησα.
«Ρωτάς τι συμβαίνει, είπε θυμωμένο ένα Πεύκο
ορθώνοντας το ανάστημά του μπροστά μου. Ξέχασες τι έγινε πέρσι όταν ήρθες Εσύ και αν το ξέχασες για
ρίξε μια ματιά στο απέναντι βουνό. Εκεί αν θυμάσαι υπήρχαν θεόρατα Δέντρα που
τα έκαψαν κάποιοι ασυνείδητοι άνθρωποι, εκεί ζούσαν εκατοντάδες ζωάκια που
βρήκαν τραγικό θάνατο καθώς εγκλωβίστηκαν στις φλόγες. Θυμάσαι που και εμείς στο
τσακ γλιτώσαμε;
Μας έσωσε το ποτάμι που κυλάει εκεί κάτω και κάποιοι καλοί
άνθρωποι –γιατί υπάρχουν και καλοί άνθρωποι, μάλιστα μερικοί από αυτούς κάηκαν- που με μεγάλη δυσκολία περιόρισαν
τη φωτιά και έτσι σωθήκαμε. Προσφέρουμε
στους ανθρώπους οξυγόνο, την πηγή της ζωής και αυτοί στην καλύτερη
περίπτωση μας αφήνουν τα σκουπίδια τους
φεύγοντας από δω και στην χειρότερη μας
καίνε. Ναι! Βάζουν φωτιά και να μας
καίνε. Και όλα αυτά γιατί; Για να δημιουργήσουν οικόπεδα και να γεμίσουν τα βουνά με τσιμέντο ή για άλλους πιο σκοτεινούς σκοπούς που μόνο αυτοί που κινούν τα νήματα του χρήματος ξέρουν. Κάθε χρόνο όταν έρχεσαι Εσύ ζούμε με τον φόβο
μήπως συμβεί και σε μας το ίδιο».
«Κοίταξα το βουνό απέναντι. Παντού μαυρίλα. Στο μυαλό μου ήρθε η μεγάλη πυρκαγιά που είχε
ξεσπάσει ένα μεσημέρι του Ιουλίου. Δυστυχώς δεν είχα τα μέσα να σταματήσω τη
φωτιά. Δεν κουβαλάω βλέπετε στις αποσκευές μου βροχή για να μπορέσω να την
σβήσω».
Στενοχωρήθηκα πάρα πολύ καθώς τα θυμήθηκα όλα αυτά και
σκέφτηκα πως τα Δέντρα έχουν δίκιο που διαμαρτύρονται για τον ερχομό μου. Ζουν με την αγωνία αν θα καταφέρουν να ζήσουν
την περίοδο που έρχομαι εγώ. Έτσι πήρα
άλλη μία ψυχρολουσία και απομακρύνθηκα
προς την πόλη.
«Τελικά σκέφτηκα μόνο οι άνθρωποι πρέπει να είναι
ευχαριστημένοι όταν έρχομαι. Έτσι
κατευθύνθηκα προς μια πόλη που ήταν εκεί
κοντά. Ήταν απογευματάκι και πολλοί κάθονταν στις πλατείες και έπιναν τα αναψυκτικά
τους. Πλησίασα διακριτικά για να ακούσω τι λέγανε. Σίγουρα δεν περίμενα να
ακούσω διαμαρτυρίες για την αφεντιά μου και όμως άκουσα δυσάρεστα πράγματα για εμένα.
Κάποιος έλεγε πως δεν άντεχε την ζέστη, ενώ η γυναίκα του από δίπλα συμφωνούσε κουνώντας την βεντάλια της πέρα δώθε. Ένας
άλλος έλεγε πως εξαιτίας της πολλής ζέστης έκαιγε το κλιματιστικό μέρα νύχτα
και πως θα πλήρωνε πολλά για το ρεύμα και μία κυρία εύσωμη διαμαρτυρόταν ότι ήταν μούσκεμα από τον ιδρώτα. Πήγα και σε άλλες παρέες και σχεδόν όλοι
διαμαρτύρονταν για την ζέστη.
Στο τέλος συνειδητοποίησα πως δεν ήταν κανείς
ευχαριστημένος μαζί μου και μετά από πολλή σκέψη αποφάσισα να παραχωρήσω την
θέση μου στα αδέρφια μου. Εκείνα βέβαια προσπάθησαν να με μεταπείσουν και για να
με παρηγορήσουν ο Χειμώνας μου είπε πως οι άνθρωποι διαμαρτύρονται και σε εκείνον όταν κάνει πολύ κρύο και η Άνοιξη και το Φθινόπωρο μου είπαν ότι οι άνθρωποι διαμαρτύρονται γιατί βρέχουν συνέχεια. Εγώ όμως την απόφασή μου κύριε Κάβουρα την έχω πάρει. Αφού κανείς δεν
με θέλει δεν ξαναβγαίνω από δω».
«Έχεις δίκιο που σκέφτεσαι έτσι, του είπε ο Κάβουρας,
όμως για να έρθω να σε βρω πάει να πει πως κάποιος σε ψάχνει».
«Αποκλείεται να με ψάχνει κάποιος, αφού σου είπα πήγα
παντού και όλοι είχαν παράπονα από μένα», του είπε το Καλοκαίρι.
«Δεν ρώτησες όμως τα παιδιά. Αυτά δεν τα σκέφτεσαι που
περίμεναν πως και πώς να τελειώσουν το σχολείο και να αρχίσουν τις διακοπές
τους; Αυτά ήρθαν και με παρακάλεσαν να σε βρω και να σου πω να γυρίσεις πίσω.
Μου έδωσαν μάλιστα και αμοιβή όλο το χαρτζιλίκι τους που είχαν για παγωτά» του
είπε ο Κάβουρας.
«Τα παιδιά, ω ναι τα παιδιά είναι η αδυναμία μου.
Χαίρομαι να ακούω τις ανέμελες φωνές τους, να παρακολουθώ τα παιχνίδια τους, να
ακούω τα τραγούδια τους», είπε το Καλοκαίρι.
«Γι’ αυτό σου λέω, γύρισε πίσω για χάρη τους».
«Για τα παιδιά και μόνο για αυτά από αύριο θα είμαι
στο πόστο μου» είπε το Καλοκαίρι.
Ο ντετέκτιβ το ευχαρίστησε και έφυγε ενθουσιασμένος. Μετά κάλεσε τα παιδιά στο γραφείο του, τους είπε πως βρήκε το Καλοκαίρι και πως από αύριο θα ξαναγύριζε στο πόστο του. Ύστερα τους ανέφερε αναλυτικά τα γεγονότα της εξαφάνισής του.
Ο ντετέκτιβ το ευχαρίστησε και έφυγε ενθουσιασμένος. Μετά κάλεσε τα παιδιά στο γραφείο του, τους είπε πως βρήκε το Καλοκαίρι και πως από αύριο θα ξαναγύριζε στο πόστο του. Ύστερα τους ανέφερε αναλυτικά τα γεγονότα της εξαφάνισής του.
Τα παιδιά κάτι συνομίλησαν μεταξύ τους και ο αρχηγός
τους είπε στον Κάβουρα να πει στο Καλοκαίρι πως από αύριο θα ξεκινούσαν και
κείνα εκστρατεία ενημέρωσης των γονιών τους, των φίλων και συγγενών για το κακό
που κάνουν στο φυσικό περιβάλλον και υποσχέθηκαν πως θα τους κάνουν να σταματήσουν το
καταστροφικό έργο τους.
Ύστερα αφού ευχαρίστησαν τον Κάβουρα έκαναν να φύγουν.
«Μια στιγμή, πάρτε και αυτό» τους είπε ο Κάβουρας και τους έδωσε τον κουμπαρά
τους.
«Μα αυτό είναι η αμοιβή σου» είπαν τα παιδιά.
«Σας κερνάω τα παγωτά του Καλοκαιριού, άλλωστε και
μένα μου έλειπε το Καλοκαίρι και θα έψαχνα έτσι και αλλιώς από μόνος μου να το
βρω» τους είπε ο Κάβουρας.
«Αν είναι έτσι καλά, γιατί χάρες εμείς δεν θέλουμε»,
του είπαν σοβαρά.
Ο Κάβουρας τους χαμογέλασε και τα παιδιά αφού πήραν τον κουμπαρά έφυγαν χαρούμενα για να ξεχυθούν στις αλάνες και να χαρούν το Καλοκαίρι!
Τέλος
Υ.Γ. Δυστυχώς τα τραγικά γεγονότα με πρόλαβαν και το παραμύθι είναι δραματικά επίκαιρο. Με πόνο ψυχής κάνω την ανάρτηση του τελευταίου μέρος του παραμυθιού. Μακάρι να ήταν η καταστροφική πυρκαγιά ένα παραμύθι, ένα ψέμα. Όμως δεν είναι. Κάθε χρόνο όλο και κάποια περιοχή θα ζήσει την κόλαση και καθώς είμαι από την Ηλεία που ζήσαμε και εμείς τον ίδιο εφιάλτη καταλαβαίνετε πόσο θλίβομαι όταν βλέπω κάτι τέτοιο. Αυτή την τραγωδία στο Μάτι δεν την χωράει ο νους. Κλαίω!