Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020

Ένας μελαχρινός άγγελος που τον λένε Αντιγόνη



Η Κατερίνα και η Αντιγόνη ταξίδευαν εδώ και τρεις ώρες, κατευθυνόμενες προς μία κωμόπολη κάπου στη Πελοπόννησο.
«Μανούλα νομίζεις ότι πήραμε την σωστή απόφαση να το πουλήσουμε;»
«Εμένα καρδούλα μου δεν με δένει τίποτα με αυτό το σπίτι. Δεν έχω και τις καλύτερες αναμνήσεις από αυτό όπως ξέρεις. Τώρα πια είναι δικό σου, η γιαγιά σου το άφησε σε σένα, πούλησέ το να ανοίξεις το δικό σου γραφείο στην Αθήνα και να κάνεις τα όνειρά σου πραγματικότητα, όπως τα έχεις σχεδιάσει. Σε λίγο φθάνουμε,  σε ένα χιλιόμετρο περίπου θα το δούμε να ξεπροβάλει μπροστά μας». Είχαν ήδη βγει από την εθνική οδό.
Σαν έφτασαν, βγήκαν από το αυτοκίνητο.  Η θέα από το ύψωμα πανέμορφη. Η πόλη από κάτω ήταν πυκνά δομημένη και γύρω της ο απέραντος κάμπος απλωνόταν σαν πολύχρωμο χαλί, στα  δεξιά φαινόταν που και που το ποτάμι  ανάμεσα από τα πλατάνια που φύτρωναν στις όχθες του. Πίσω τους  σε μικρή απόσταση από το σπίτι ο επιβλητικός ορεινός όγκος χιονισμένος ακόμα κατά τόπους.
Πλησίασαν την βαριά σιδερένια καγκελόπορτα και την έσπρωξαν με δυσκολία. Εκείνη  έτριξε με παράπονο. Ένα βουνό πλατανόφυλλα συσσωρεύτηκαν  πίσω της από αυτά που είχαν πέσει από τα δύο πλατάνια της αυλής.  Το σπίτι ήταν στο βάθος του κήπου, κήπος τρόπος του λέγειν αφού ήταν γεμάτος βάτα που είχαν σκαρφαλώσει στις μισοξεραμένες πορτοκαλιές. Ήταν διώροφο, μεγάλο, επιβλητικό με μπαλκόνια σε κάθε δωμάτιο.
«Ουάου! Η εγκατάλειψη σε όλο το μεγαλείο της! αναφώνησε η Αντιγόνη.  Μανούλα πως θα το πουλήσουμε στην κατάσταση που είναι; Θα μας το πάρουν κοψοχρονιά.»
Ανέβηκαν τα λιγοστά σκαλοπάτια. Η Αντιγόνη έβγαλε ένα κλειδί από την τσάντα της και άνοιξε. Μπήκαν και μια μυρωδιά μούχλας και κλεισούρας τις υποδέχτηκε. Μόνιμοι κάτοικοι τώρα πια οι αράχνες και καμιά ντουζίνα περιστέρια που μπαινόβγαιναν από ένα σπασμένο παράθυρο.
Άρχισαν να επιθεωρούν τα δωμάτια βυθισμένες η καθεμιά στις δικές της σκέψεις. Η Κατερίνα προσπαθούσε να μην δείχνει την ταραχή της για χάρη της Αντιγόνης καθώς το παρελθόν της ερχόταν καταπάνω της σαν ορμητικό ποτάμι. Η Αντιγόνη πάλι σκεφτόταν πως η πώληση του σπιτιού που είχε κληρονομήσει από την γιαγιά της, που η μοίρα θέλησε να μην την γνωρίσει ποτέ, δεν θα της έφερνε τα χρήματα που ήθελε για να ανοίξει το δικό της γραφείο σαν αρχιτέκτων-μηχανικός στην Αθήνα.
Η Αντιγόνη άρχισε να μπαινοβγαίνει με φούρια σε όλα τα δωμάτια,  από  το καθιστικό, στην κουζίνα, στην τραπεζαρία ανέβηκε και στο πάνω πάτωμα που ήταν οι κρεβατοκάμαρες και μετά πάλι κάτω. Σε όλα η ίδια εικόνα εγκατάλειψης. Αν είχαν έρθει πιο νωρίς, αμέσως μετά το θάνατο της γιαγιάς, ίσως να μην ήταν τώρα σε αυτό το χάλι.
Η Κατερίνα σιγά-σιγά ανέβηκε τα μαρμάρινα σκαλοπάτια και μπήκε στο καθιστικό του πάνω ορόφου.  Άρχισε να αγγίζει τα έπιπλα διαγράφοντας δρόμους με τα δάχτυλά της πάνω στη σκόνη.  Πλησίασε στο παράθυρο. Από κάτω είδε την Αντιγόνη να έχει βγει στην αυλή και να κοιτάζει το σπίτι σκεφτική. Με μιας μπήκε στο αυτοκίνητο και κατευθύνθηκε προς την πόλη.
«Που πας;» της φώναξε αλλά δεν την άκουσε. Ποιος ξέρει τι έβαλε πάλι στο μυαλό της σκέφτηκε, αλλά ότι και αν ήταν ήξερε πως το κοριτσάκι της πάντα έπαιρνε τις σωστές αποφάσεις και την στήριζε.
Η Κατερίνα έμεινε μόνη  με τις αναμνήσεις της. Σαράντα πέντε χρόνια είχε να πατήσει το πόδι της στο πατρικό της. Δεκαοκτώ χρονών ήταν όταν με μια βαλιτσούλα στο χέρι και λίγα χρήματα, οι γονείς της την έστειλαν στην Αθήνα σε μία θεία της, ξαδέρφη της μάνας της, γιατί δεν την σήκωνε άλλο ο τόπος όπως της είπαν. Ήταν έγκυος και το σπουδαιότερο δεν τους έλεγε με ποιον, για να τον αναγκάσουν να αναλάβει τις ευθύνες του. «Φύγε τώρα που δεν φαίνεται η κοιλιά σου και μην γυρίσεις αν δεν το ξεφορτωθείς, τα ακούς; Να μην γυρίσεις! της φώναζαν.
Πλησίασε το άλλο παράθυρο εκεί που ήταν μια στοίβα βιβλία και άρχισε αφηρημένα να τα παίρνει στα χέρια της  ένα- ένα. Μια αράχνη θύμωσε που της χάλασε το ιστό της που με τόση τέχνη είχε φτιάξει πάνω τους. Στη μέση της στοίβας βρήκε το ημερολόγιο της μητέρας της. Ήξερε πως η μητέρα της είχε αυτή τη συνήθεια και απ’ ότι φαίνεται την κράτησε μέχρι το θάνατό της.
Καθάρισε λίγο την σκόνη από τον κόκκινο καναπέ, κάθισε και άρχισε να το ξεφυλλίζει. 

11 Απριλίου 1982
Σήμερα ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Αναγκαστήκαμε να αποχωριστούμε την μοναχοκόρη μας. Έτσι που τα κατάφερε όμως δεν γινόταν αλλιώς. Σε λίγο η εγκυμοσύνη θα φαινόταν και θα γινόμαστε ο περίγελος της κοινωνίας, δεν θα είχαμε πρόσωπο να κυκλοφορήσουμε. Μας ντρόπιασε το παλιοκόριτσο…

12 Μαΐου 1982
Ένας μήνας πέρασε από την ημέρα που η Κατερίνα πήγε στην Αθήνα   και δεν έκανε αυτό της είπαμε, δεν ξεφορτώθηκε το μπάσταρδο και σαν να μην έφτανε αυτό έφυγε και από το σπίτι της ξαδέρφης μου και πήγε να μείνει στο σπίτι μιας φίλης της που γνώρισε στο εργοστάσιο όπου έπιασε δουλειά…
Σαν αστραπή πέρασε  μπροστά από τα μάτια της Κατερίνας η οδυνηρή ανάμνηση. Να πετάγεται από τον ύπνο της και να αντικρίζει από πάνω της τον άντρα της θείας της μισόγυμνο. Του πέταξε ότι βρήκε στο κεφάλι και κατάφερε να του ξεφύγει… Πρωί- πρωί πήρε το βαλιτσάκι της και έφυγε. Ευτυχώς που είχε γνωρίσει την Μαιρούλα, τον φύλακα άγγελό της στα δύσκολα και συγκατοίκησαν. Μεγαλωμένη σε ορφανοτροφείο η Μαιρούλα ήξερε από δυσκολίες.

30 Οκτωβρίου 1982
Την έχασα για πάντα… Ύστερα από τα πικρά λόγια που της είπα στο μαιευτήριο, την έχασα για πάντα… Αν είχε αποδεχτεί το γεγονός να ξεφορτωθεί το μωρό και να το δώσει για υιοθεσία τώρα θα είχαν τελειώσει όλα. Θα είχε γυρίσει κοντά μας και θα συνεχίζαμε τη ζωή μας κανονικά. Έτοιμο το είχα και το προξενιό. Θα παντρευόταν και θα αποκτούσε άλλα νόμιμα παιδιά…

25 Νοεμβρίου 1982
Έχασα τα ίχνη της. Άλλαξε σπίτι και μου μήνυσε να μην την ψάξω και πως έχουμε πεθάνει για κείνη, αφού δεν την δεχόμαστε μαζί με το παιδί της. Είμαι σίγουρη πως θα το μετανιώσει που το κράτησε, όταν θα αρχίσουν τα δύσκολα. Χωρίς έναν άντρα στο πλευρό της πως θα τα καταφέρει…

12 Μαρτίου 1987
Πάνε πέντε χρόνια που  έχω να ακούσω νέα της. Μου λείπει. Πέθανε και ο πατέρας της, δεν ήρθε ούτε στην κηδεία, ούτε στα σαράντα, δεν ξέρω αν το έμαθε βέβαια…

Συνέχισε να ξεφυλλίζει το ημερολόγιο…
30 Σεπτεμβρίου 1989
Σήμερα ο ντετέκτιβ που έβαλα να την βρει μου έφερε καλά νέα. Εντόπισε την Κατερίνα μου και την εγγονή μου. Μένουν κάπου στο Παγκράτι… θα πάω να τις δω και να τους ζητήσω να με συγχωρήσουν...

16 Οκτωβρίου 1989
Της μήνυσα πως θέλω να την δω. Πως μετάνιωσα  για όλα αυτά που της έκανα και της είπα και πως ήθελα να της ζητήσω συγνώμη.  Μου μήνυσε πως δεν ήθελε να με ξαναδεί και πως δεν θα με συγχωρούσε ποτέ.... έχει δίκιο, ίσως νομίζει πως θέλω ακόμα να κάνω κακό στο παιδί… δεν μπορεί να  πιστέψει ότι έχω μετανιώσει πικρά για όλα ...
Δεν μου στάθηκες όταν σε χρειαζόμουν μητέρα, σκέφτηκε η Κατερίνα.  Αν δεν είχα τον φύλακα άγγελό μου την Μαιρούλα, την νονά της κορούλας μου, να κάνει εκείνη την πρωινή βάρδια στο εργοστάσιο και εγώ την απογευματινή για να μην μένει μόνο το κοριτσάκι μου δεν ξέρω πως θα τα κατάφερνα. Ακόμα και σήμερα που έχει την δική της οικογένεια εκείνη μας νοιάζεται.

18 Οκτωβρίου 1989
Αποφάσισα να ανεβαίνω κατά καιρούς στην Αθήνα και να τις βλέπω από μακριά… Σήμερα τις είδα. Είδα την εγγονή μου για πρώτη φορά… τότε στο μαιευτήριο δεν της είχα ρίξει ούτε μία ματιά. Είναι ένα κουκλί. Πόσο θα ήθελα να γυρίσω το χρόνο πίσω. Να είχα την δύναμη να συμπαρασταθώ τότε στην Κατερίνα μου, με έφαγε όμως τι θα πει ο κόσμος… Τι δεν θ’ έδινα να νιώσω και εγώ εκείνη τη ζεστή αγκαλιά που έκαναν έξω από την αυλόπορτα του σχολείου...

Γύρισε το ημερολόγιο προς το τέλος
20 Ιουνίου 2…
Σήμερα χαμένη ανάμεσα στο πλήθος μέσα στο αμφιθέατρο της σχολής της την είδα να παίρνει το πτυχίο της… Έλαμπε ολόκληρη όταν το σήκωσε ψηλά και φώναξε στην Κατερίνα μου "μανούλα στο αφιερώνω". Θεέ μου πως τα κατάφερα έτσι, πως έχασα  όλα αυτά από τη ζωή τους. Κατερίνα μου ξέρω πως δεν είμαι άξια να λέγομαι μητέρα, μητέρα είσαι εσύ που στάθηκες βράχος και μεγάλωσες μόνη το παιδί σου, που του έδωσες αγάπη και στοργή, που είχες ανοιχτές τις φτερούγες σου και το προστάτευες από κάθε κακό, που το προστάτεψες ακόμα και από μένα…

30 Αυγούστου 2…
Αύριο θα πάω στον συμβολαιογράφο να  γράψω στην εγγονή μου το σπίτι και ότι άλλο έχω… νιώθω πως το τέλος μου πλησιάζει…

Αχ μωρέ μάνα, ποτέ δεν φαντάστηκα ότι μας παρακολουθούσες από μακριά… ίσως ήρθε η ώρα να σε συγχωρήσω, να λυτρωθείς και εσύ να λυτρωθώ και εγώ…
«Μανούλα σου έχω νέα, μάντεψε. Μανούλα κλαις;» η φωνή της Αντιγόνης την επανέφερε στην πραγματικότητα.  Ημερολόγιο είναι αυτό;»
«Ήταν της γιαγιάς σου. Όλα αυτά τα χρόνια ήταν παρούσα στη ζωή μας από μακριά. Έστω και αργά κατάλαβε πως το θηρίο που λέγεται ‘‘τι θα πει ο κόσμος’’  την κρατούσε δέσμια και της στέρησε τη χαρά της ζωής… Αλλά εσύ τι ήθελες να μου πεις» τη ρώτησε σκουπίζοντας τα μάτια της.
Κάθισε δίπλα της στον καναπέ.  "Πήρα μια απόφαση και για αυτή έτρεχα από το πρωί, να δω αν γίνεται να υλοποιηθεί, αλλά τώρα που βλέπω πόσο στενοχωρήθηκες που ήρθαμε εδώ, άστο καλύτερα…"
Η Κατερίνα κράτησε στα χέρια της το προσωπάκι της Αντιγόνης και την φίλησε.
«Ότι απόφαση και αν πήρες θέλω να την ακούσω. Το παρελθόν το αφήνουμε πίσω και προχωράμε  μπροστά, στο έχω πει τόσες φορές».
«Ένα πράγμα δεν μου έχεις πει, ποιος είναι ο πατέρας μου, αλλά ξέρω θα μου πεις όταν πρέπει».
«Πλησιάζει η ώρα και για αυτό, όταν σταθείς επαγγελματικά και οικονομικά στα πόδια σου θα σου πω. Στο θέμα μας τώρα.»
«Θέλω να ανακαινίσουμε το κτίριο και να το κάνουμε ξενώνα. Υπάρχουν επιδοτούμενα προγράμματα γι' αυτό. Η περιοχή είναι τουριστικά αναπτυσσόμενη, έχει τουρισμό χειμώνα καλοκαίρι, λόγω του χιονοδρομικού και του φεστιβάλ που γίνεται κάθε καλοκαίρι στο ανοιχτό θέατρο που έφτιαξε ο δήμος. Χώρια τις ορειβατικές ομάδες και τις ομάδες ράφτινγκ κάτω στο ποτάμι».

Στο άκουσμα του θεάτρου ο νους της πήγε σε κείνο τον Χειμώνα του 1982, όταν ο περιδιαβαίνον θίασος που είχε έρθει να ανεβάσει την «Αντιγόνη» στο μικρό θέατρο της πόλης, αποκλείστηκε για μια βδομάδα από τα χιόνια. Αρκετά από τα μέλη του θιάσου τα είχαν φιλοξενήσει εδώ σε τούτο το σπίτι.  Ο έρωτας από την πλευρά της για τον νεαρό που ήταν ένας από αυτούς που πλαισίωναν τον χορό, ήταν κεραυνοβόλος. Ο καρπός του έρωτα εκείνου, ήταν η κόρη της η Αντιγόνη. Δεν ξαναβρέθηκε μαζί του ποτέ, δεν του μίλησε ποτέ για το παιδί. Γρήγορα έγινε πρωταγωνιστής, ήταν ταλαντούχος. Διάβαζε πάντα από τα περιοδικά την πορεία του και πως άλλαζε τις συντρόφους του σαν τα πουκάμισα. Στις συνεντεύξεις που έδινε έλεγε πως δεν ήθελε να αποκτήσει οικογένεια. Αυτός ήταν και ένας λόγος που δεν είχε πει ποτέ στην Αντιγόνη ποιος ήταν ο πατέρας της.
«Κίνησα γη και ουρανό και έμαθα για όλα τα επιδοτούμενα προγράμματα για νέες επιχειρήσεις.  Αργότερα αν όλα πάνε καλά θα προσθέσω δίπλα άλλο ένα κτίριο, μην ξεχνάμε πως έχουμε και ένα πτυχίο.  Θα τα καταφέρω και θα κάνω αυτό το μέρος ένα μικρό παράδεισο» έλεγε η Αντιγόνη.
«Θα είμαι μαζί σου σε κάθε σου βήμα κοριτσάκι μου. Προχώρα!» της είπε και της έδωσε ακόμα ένα φιλί.
………………………………………………………………………………………………..
Δυο χρόνια μετά
Ο θίασος Άννας Κόντου και Δημήτρη Μελά είχε κατακλύσει το σαλόνι στη ρεσεψιόν του ξενώνα. "Δεν είναι δυνατόν", φώναζε η Κόντου η πρωταγωνίστρια της «Αντιγόνης» που το βράδυ θα ανέβαινε στο υπαίθριο θέατρο της πόλης, "είμαστε ένα τέταρτο εδώ και δεν μας έχετε οδηγήσει στα δωμάτια μας".
Ο Δημήτρης Μελάς καθόταν  σε μία πολυθρόνα διαβάζοντας την τοπική εφημερίδα, αδιαφορώντας για τα θηλυκά  του θιάσου που προσπαθούσαν να τραβήξουν την προσοχή του. Είχαν γκριζάρει πλέον τα άλλοτε κατάμαυρα μαλλιά του, αλλά ήταν ακόμη γοητευτικός.
«Κύριε Μελά, έρχεστε πρώτη φορά στη πόλη μας;» τον ρώτησε η Κατερίνα που καθόταν στην διπλανή πολυθρόνα απολαμβάνοντας τον πρωινό καφέ της.
Ο Μελάς γύρισε αργά προς το μέρος της. «Όχι έχω ξανάρθει, πριν πολλά χρόνια, ήμουν πρωτοεμφανιζόμενος τότε. Μάλιστα μείναμε εδώ μια βδομάδα  γιατί είχαμε αποκλειστεί από το χιόνι. Φιλοξενηθήκαμε νομίζω σε αυτό εδώ το μέρος. Μόνο που τότε δεν ήταν ξενώνας. Και τι σύμπτωση, είχαμε ανεβάσει και τότε «Αντιγόνη». Την κοίταξε για λίγο επίμονα σαν κάτι να του θύμισε, αλλά γρήγορα η ματιά του γύρισε πάλι στην εφημερίδα του.
Η Κόντου έξαλλη πλέον απαιτούσε  να δει τον διευθυντή του ξενώνα, την στιγμή που η Αντιγόνη έμπαινε αεράτη και με αυτοπεποίθηση στον χώρο.
«Κυρία Κόντου, καλημέρα σας και καλώς ήρθατε, είμαι η Αντιγόνη Βρετού, η ιδιοκτήτρια  του ξενώνα και σας ζητάω συγνώμη για την ολιγόλεπτη ταλαιπωρία σας. Είχαμε αναχώρηση ενός γκρουπ με παιδάκια με ειδικές ανάγκες και χρειάστηκε να τα βοηθήσουμε κατά την επιβίβαση τους στο λεωφορείο. Ξέροντας πόσο ευαίσθητη είστε και εσείς για αυτά τα παιδιά ζητώ την κατανόηση σας. Αυτό το τελευταίο κάλμαρε την πρωταγωνίστρια, καθώς δεν ήθελε να φανεί ότι δεν την αγγίζουν τέτοια θέματα. Παρακαλώ ακολουθείστε τον υπάλληλό μας να σας οδηγήσει στο δωμάτιο σας. Και εσείς κύριε Μελά περάστε στη ρεσεψιόν να πάρετε το κλειδί σας. 
Ο Δημήτρης Μελάς σήκωσε το βλέμμα του για να δει από που ερχόταν αυτή η ζεστή μα συνάμα  γεμάτη τσαγανό φωνή που κατάφερε να κάνει αρνάκι την Κόντου σε μισό δευτερόλεπτο και αντίκρισε δύο κατάμαυρα μάτια και ένα χείμαρρο κατάμαυρα μαλλιά. Έμεινε άφωνος καθώς αντίκρισε ένα πιστό αντίγραφο δικό του. Την ίδια έκπληξη ένοιωσε και η Αντιγόνη καθώς τον κοίταξε από κοντά. Το βλέμμα της καρφώθηκε στην μητέρα της ερωτηματικά. Ο Μελάς το ακολούθησε και είδε πως είχε εστιάσει πάνω στη γυναίκα που είχε μιλήσει μαζί της πριν λίγο. Και εκεί τα κατάλαβε όλα, εκεί τα θυμήθηκε όλα. 
«Τούτος ο μελαχρινός άγγελος πρέπει να είναι δικός μου» σκέφτηκε.


Η ιστορία αυτή γράφτηκε για την φωτο-συγγραφική σκυτάλη #4 που διοργανώνει
η MaryPertax στο blog της  Γήινη ματιά.
Την σκυτάλη την πήρα από την  Μαρίνα από το blog  Εκεί που ερωτεύομαι τη ζωή
μαζί με την πρώτη φωτογραφία και τη  λέξη που έπρεπε να συμπεριλάβω
που ήταν η ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ.
Εγώ με την σειρά μου δίνω την σκυτάλη στην  Μαρία Γ. και  το blog της Φεύγουμε;
μαζί με την παρακάτω φωτογραφία και τη λέξη που πρέπει να συμπεριλάβει που
είναι το  ΤΑΞΙΔΙ.  
Καλή επιτυχία Μαρία!


πηγή:https://gr.pinterest.com/pin/128352658109113528/









Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2020

Καλή χρονιά

Ο καινούργιος χρόνος 2020 είναι εδώ.
Κάθε χρόνος  που έρχεται είναι μοναδικός!  
Ας τον ζήσουμε λοιπόν στο έπακρο, κάνοντας πράγματα
που μας ευχαριστούν και θα χαραχτούν στη μνήμη μας.




Ας χαρίσουμε αγάπη και αγκαλιές, σφικτές αγκαλιές, από αυτές που κόβουν
την ανάσα!



Ας σταματήσουμε να αφουγκραστούμε τι πραγματικά θέλουμε, τι πραγματικά
μας ευχαριστεί και ας φροντίσουμε να γίνει.



Ας κοιτάξουμε γύρω μας. Ίσως κάποιοι αναζητούν τη βοήθειά μας. Ας τους την δώσουμε.


Ας ευχηθούμε να έχουμε υγεία!


Ας είναι ο νέος χρόνος γεμάτος  χρώματα,  σπιτικές μυρωδιές, ήχους, μουσική
και όμορφες στιγμές!




Υ.Γ.1 Αυτά είναι μερικά από τα γουράκια που έφτιαξα για φέτος.
Τα περισσότερα ξέχασα  να τα φωτογραφίσω,  χαρίστηκαν... 
και έτσι στερήθηκαν την δημοσιότητα...χαχα!


Υ.Γ.2 Να σας κεράσω και ένα κομμάτι βασιλόπιτα, αλλά μην ελπίζετε
στο φλουρί γιατί έτυχε τον γιο μου, στο ξενιτεμένο μου. 
Υ.Γ.3 Επίσης πρέπει να ευχαριστήσω την Mia   https://craftartista.blog
για το όμορφο δωράκι που μου έστειλε. Δωράκι είπα....κοιτάξτε εδώ!
Το πακέτο μέσα είχε από σοκολατάκια μέχρι ...δαντελίτσες και από 
στένσιλ μέχρι χάντρες.
Μαρία μου σε ευχαριστώ πάρα πολύ για τα χρήσιμα πραγματάκια που μου έστειλες!


Καλή χρονιά!!!